Τρίτη 22 Οκτωβρίου 2013

Το ολοκαύτωμα από τους μπολσεβίκους στην ΕΣΣΔ


Winston Churchill:
 «Δεν είναι υπερβολή να αναφέρουμε τον ρόλο που έπαιξαν στην δημιουργία του μπολσεβικισμού και στην επικράτησή του στην ρωσική επανάσταση οι διεθνείς και ως επί το πλείστον άθεοι Ιουδαίοι» (8 Φεβρουαρίου 1920, εφημερίδα Illustrated Sunday Herald). 

Η ανάλυση του Churchill για την φύση του σοβιετικού κομμουνισμού παραμένει και σήμερα επίκαιρη αφού εξέφρασε με διορατικότητα ότι τα εγκλήματα που διαπράχθηκαν από τους κομμουνιστές κατά του ρωσικού λαού καθοδηγήθηκαν από ιουδαίους κομισάριους. 
Αναφέρει ο Churchill στα απομνημονεύματά του: «Στην σοβιετική διοίκηση η επικράτηση των Ιουδαίων είναι ακόμη πιο εκπληκτική. Το πλέον επιφανές, ίσως το κυριότερο μέρος του συστήματος της τρομοκρατίας που εφαρμόζεται από τις έκτακτες επιτροπές καταπολέμησης των αντεπαναστατών έχει καταληφθεί από Ιουδαίους, σε πολλές περιπτώσεις από Ιουδαίες». 
Συνεχίζει ο Churchill: «Η ίδια διαβολική συμμετοχή από Ιουδαίους υπήρξε στην σύντομη περίοδο τρομοκρατίας του Bela Kun στην Ουγγαρία».

Ο Λένιν, του οποίου ο παππούς Israel Blank ήταν Ιουδαίος, έχει δηλώσει ότι οι Ιουδαίοι είναι οι καλύτεροι επαναστάτες: «Ο έξυπνος ρώσος είναι σχεδόν πάντα ένας Ιουδαίος ή έχει ιουδαϊκό αίμα». Ο Λένιν ήταν και τα δύο και προφανώς αναφερόταν στον εαυτό του.

Ο ερευνητής του Harvard University Wayne McGuire έγραψε: «Ο Λένιν ήταν Ιουδαίος σύμφωνα με τους σημερινούς νόμους του Ισραήλ. Είχε παππού Ιουδαίο και όχι μόνο αυτό, ήταν ένας Ιουδαίος ρατσιστής και σωβινιστής, αν και κρατούσε αυτές τις ιδέες του στο υπόβαθρο επειδή ήταν τελείως αντίθετες με τον μαρξιστικό διεθνισμό. Ο Λένιν ήταν ένας Ιουδαίος ρατσιστής ο οποίος επί τούτοις παραχώρησε στους Ιουδαίους κομμουνιστές τις πλέον απαιτητικές πνευματικά εργασίες. Απαίτησε δε το 50% της κομμουνιστικής τρομοκρατικής εμπροσθοφυλακής στην νότια και δυτική Ρωσία να αποτελείται από Ιουδαίους».

Ο Λένιν είχε δηλώσει ότι: «Εξοντώνουμε τους αστούς ως κοινωνική τάξη», ο δε σύντροφός του στο έγκλημα Apfelbaum (Zinoviev, επίσης Ιουδαίος) είχε πει: «Το συμφέρον της επανάστασης απαιτεί την φυσική εξόντωση της αστικής τάξης».

Ποια ήταν αυτή η αστική τάξη; Φυσικά όχι οι Ιουδαίοι.
 Ο πρώτος νόμος που ψηφίστηκε μετά την επικράτηση των μπολσεβίκων στην Ρωσία καθιέρωνε τον αντισημιτισμό ως έγκλημα τιμωρούμενο με την ποινή του θανάτου (Izvestia, 7 Ιουλίου 1918).
Ο ιουδαίος κομμουνιστής αξιωματούχος Zinoviev (Apfelbaum) δήλωνε τον Σεπτέμβριο του 1918: «Χωρίς έλεος, χωρίς φειδώ θα σκοτώσουμε όλους τους αντιπάλους μας κατά εκατοντάδες, κατά χιλιάδες. Αφήστε τους να πνιγούν στο αίμα τους. Θέλουμε περισσότερο αίμα, όσο το δυνατόν περισσότερο» (Krasnaya Gazeta).

Οι Ιουδαίοι μπολσεβίκοι θεωρούσαν την πολιτική ως μέθοδο ελέγχου των αντιφρονούντων, ήτοι των χριστιανών ρώσων, ιδιαίτερα των χωρικών «αστών» που ήταν ο κύριος εχθρός τους. 
Η συστηματική εξολόθρευση από τον Λένιν των βαθιά θρησκευόμενων χριστιανών χωρικών της Ρωσίας που ξεκίνησε το καλοκαίρι του 1918 αγνοείται ηθελημένα από την ιστορία της Δύσης. Περίπου 200.000 χριστιανοί κληρικοί εκτελέστηκαν, σταυρώθηκαν, βασανίστηκαν μέχρι θανάτου κατά την διάρκεια 60 ετών κομμουνιστικής εξουσίας στην Ρωσία και 40.000 εκκλησίες καταστράφηκαν μεταξύ της περιόδου 1922-1980. 
Επίσης αγνοείται ηθελημένα από τους περισσότερους ιστορικούς η μεγαλύτερη γενοκτονία στην ιστορία της ανθρωπότητας που έγινε με υπαιτιότητα και υποκίνηση πολιτικού κινήματος, ήτοι του κινήματος των μπολσεβίκων κομμουνιστών.

Η κομμουνιστική εξουσία δημιούργησε τα μεγαλύτερα στρατόπεδα συγκέντρωσης και το πλέον φρικιαστικό σύστημα καταναγκαστικής εργασίας του 20ου αιώνα, όπου εκατομμύρια άνθρωποι, χριστιανοί και άθεοι πλην Ιουδαίων, ουσιαστικά σφαγιάστηκαν. Κανένα από αυτά τα στρατόπεδα δεν διατηρήθηκε ως παράδειγμα προς αποφυγή για τους μεταγενέστερους και όλα ή σχεδόν όλα έχουν καταστραφεί και εξαφανιστεί.

Το πολιτικό κίνημα των μπολσεβίκων ήταν στελεχωμένο στα ανώτατα κλιμάκιά του από Ιουδαίους κομμουνιστές και όμως ο κόσμος, η κοινή γνώμη, είναι συγκριτικά απαθής και σιωπηλός για το ολοκαύτωμα και τα εγκλήματα πολέμου που διαπράχτηκαν από αυτό το πολιτικό σύστημα και για τα άτομα που ήταν αρχιτέκτονες αυτού του συστήματος.

Ποιος γνωρίζει το Kolyma, το Magadan και τα νησιά Solovetsky ή και τα άλλα καταχθόνια σοβιετικά κέντρα ανθρώπινης καταστροφής, σφαγεία στην κυριολεξία, της ανατολικής Σιβηρίας; Ποιος έχει δει κινηματογραφικά έργα ή έχει διαβάσει για τα εκατομμύρια ρώσων αστών, μικροαστών και χωρικών που πέθαναν από το ψύχος ή ξεψύχησαν λόγω πείνας στα καταναγκαστικά έργα της κατασκευής της διώρυγας της Βαλτικής, όπου δέσποζε το κολοσσιαίο άγαλμα του Ιουδαίου κομμουνιστή και μαζικού δολοφόνου Genrikh Yagoda;

Η ιουδαϊκή κομμουνιστική εποχή των μαζικών δολοφονιών και γενοκτονιών έχει εξαφανιστεί από την ιστορία ως δια μαγείας. Ουδείς αναφέρεται στο ολοκαύτωμα των ρώσων στα χρόνια της οκτωβριανής επανάστασης και μετέπειτα στα στρατόπεδα συγκέντρωσης με υπαιτίους και αρχιτέκτονες ιουδαίους κομμουνιστές.

Το ολοκαύτωμα των μπολσεβίκων δεν περιορίστηκε μόνο στην εξόντωση ρώσων αντιφρονούντων. Οι εξορίες και οι εκτοπίσεις με εντολή ιουδαίων κομισάριων 800.000 Τσετσένων μουσουλμάνων είχαν ως αποτέλεσμα τον θάνατο καθ’ οδόν προς το Καζακστάν 500.000 εξ αυτών.

Το 12% του πληθυσμού των Βαλτικών χωρών εκτοπίστηκε σε στρατόπεδα συγκέντρωσης στην Σιβηρία με εντολή της ιουδαϊκής σοβιετικής μυστικής αστυνομίας με αρχηγό τον Genrikh Yagoda. Ποιος το γνωρίζει; Ποιος νοιάζεται;
Κατά την διάρκεια της μπολσεβίκικης κομμουνιστικής εποχής το 52% των μελών του κομμουνιστικού κόμματος της ΕΣΣΔ ήταν Ιουδαίοι αν και το ποσοστό των Ιουδαίων στο σύνολο του πληθυσμού της Σοβιετικής Ένωσης ήταν μόλις 1,8%.

Ακολούθως ένας κατάλογος από Ιουδαίους κομμουνιστές εγκληματίες, κομισάριους, κατάσκοπους, μαζικούς δολοφόνους, υπευθύνους του ολοκαυτώματος και προπαγανδιστές. 
Ο κατάλογος δεν είναι περιεκτικός. Ο πλήρης κατάλογος θα απαιτούσε εκατοντάδες σελίδες αυτής της ιστοσελίδας.

ΙΟΥΔΑΙΟΙ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΕΣ ΥΠΕΥΘΥΝΟΙ ΤΟΥ ΟΛΟΚΑΥΤΩΜΑΤΟΣ

Λένιν, ανώτατος δικτάτορας. 
Leon Bronstein (Τρότσκι), ανώτατος αρχηγός του σοβιετικού κόκκινου στρατού. 
Grigory Apfelbaum (Zinoviev), εκτελεστικός αρχηγός της σοβιετικής μυστικής αστυνομίας. Maxim Wallach (Litvinov), σοβιετικός υπουργός εξωτερικών. 
Yuri Andropov, αρχηγός της KGB και αργότερα πρόεδρος της ΕΣΣΔ. 
Jacob Sverdlov,πρώτος πρόεδρος της Σοβιετικής Ένωσης και αυτός που διέταξε την σφαγή της τσαρικής οικογένειας. 
Jacob Yurovsky, αρχηγός της σοβιετικής μυστικής αστυνομίας. 
Lazar Moiseyevich Kaganovich, υπεύθυνος μαζικών δολοφονιών και εξόντωσης εκατομμυρίων ρώσων στα στρατόπεδα συγκέντρωσης επί εποχής Στάλιν. 
Mikhail Kaganovich, κομισάριος της βαρειάς βιομηχανίας και υπεύθυνος για τα καταναγκαστικά έργα, αδελφός του Lazar. 
Rosa Kaganovich, ερωμένη του Στάλιν, αδελφή του Lazar. 
Paulina Zhemchuzina, μέλος της κεντρικής επιτροπής και σύζυγος του υπουργού εξωτερικών Molotov. 
Olga Bronstein, αξιωματικός της μυστικής αστυνομίας (Cheka), αδελφή του Τρότσκι και σύζυγος του Kamenev. 
Genrikh Yagoda, αρχηγός της σοβιετικής μυστικής αστυνομίας και μαζικός δολοφόνος.
Matvei Berman και Naftaly Frenkel, εμπνευστές των στρατοπέδων θανάτου Gulag. 
Lev Inzhir, κομισάριος των στρατοπέδων συγκέντρωσης. 
Boris Berman, εκτελεστικός αξιωματούχος της σοβιετικής μυστικής αστυνομίας, αδελφός του Matvei.
K.V. Pauker,εκτελεστικός αρχηγός της σοβιετικής μυστικής αστυνομίας. 
Firin, Rappaport, Kogan, Zhuk, κομισάριοι των στρατοπέδων θανάτου και των καταναγκαστικών έργων, επιβλέποντες των μαζικών δολοφονιών εργατών στην κατασκευή της διώρυγας της Βαλτικής. 
Slutsky, Spiegelglas, Gay, αρχηγοί της σοβιετικής μυστικής αστυνομίας. 
Babel, αξιωματούχος της σοβιετικής μυστικής αστυνομίας. 
Leiba Lazarevitch Feldbein (Aleksandr Orlov), αξιωματικός του κόκκινου στρατού και της μυστικής αστυνομίας, αξιωματικός της σοβιετικής ασφάλειας στον ισπανικό εμφύλιο, επέβλεψε την δολοφονία καθολικών ιερέων και χωρικών στον ίδιο πόλεμο. 
Sergei Eisenstein, υπεύθυνος για τον κινηματογράφο προπαγάνδας όπου χριστιανοί χωρικοί (κουλάκοι) εμφανίζονται ως χυδαία παράσιτα (κινηματογραφικό έργο Bezhin Meadow). Να υπενθυμίσουμε ότι οι κουλάκοι σφαγιάστηκαν συστηματικά από τους μπολσεβίκους. 
Ilya Ehrenburg, υπουργός προπαγάνδας, εξωθούσε με την προπαγανδιστική του μηχανή τους σοβιετικούς στρατιώτες να βιάζουν και να δολοφονούν γερμανίδες κατά την διάρκεια του πολέμου. 
Solomon Mikhaels, Mark Donsky, Leonid Lukov, Yuli Reisman, Vasily Grosman, Yevgeny Gabrilovich, Boris Volchok, Lillian Hellman, όλοι προπαγανδιστές της μπολσεβίκικης υπεροχής. Nikolai Bukharin, θεωρητικός του μαρξισμού και στενός συνεργάτης του Λένιν. 
Samuel Agursky, κομισάριος. 
KarlRadek, μέλος της κεντρικής επιτροπής. 
Mikhail Gruzenberg (Borodin), κομισάριος. 
A.A. Yoffe, κομισάριος. 
David Ryazanov, σύμβουλος του Λένιν. 
Lev Grigorevich Levin, ιατρός και αυτός που δηλητηρίαζε τους εχθρούς του Στάλιν. 
Lev Rosenfeld (Kamenev), μέλος της κεντρικής επιτροπής. 
Itzik Solomonovich Feffer, κομισάριος της σοβιετικής μυστικής αστυνομίας. 
Lev Leopold Trepper, ανώτατος αξιωματούχος της κατασκοπίας. 
Zakharovich Mekhlis, εκτελεστής-δολοφόνος του Στάλιν.

Οι αναφερόμενοι αποτελούν την κορυφή του παγόβουνου του σοβιετικού κομμουνισμού και ήταν υπεύθυνοι για τον θάνατο άνω των 30 εκατομμυρίων ανθρώπων. 

Εάν τα στοιχεία για τους Ιουδαίους κομμουνιστές, που ήταν αρχιτέκτονες της γενοκτονίας των Ρώσων,των άλλων λαών της Ανατολικής Ευρώπης και του Καυκάσου γίνονταν ευρέως γνωστά, τότε σίγουρα κάποιοι θα έπρεπε να αναθεωρήσουν τις απόψεις τους περί ολοκαυτωμάτων και άλλων συναφών εγκλημάτων πολέμου.
Γ.Λ.

Τρίτη 15 Οκτωβρίου 2013

ΣΙΝΑΣ Ο Bιεννέζος βαρώνος που έγινε μέγας εθνικός ευεργέτης


Ο Σίμων Σίνας, ήταν βιεννέζος βαρόνος και μέγας ευεργέτης. Το πιο γνωστό ευεργέτημά του είναι τα χρήματα που έδωσε για την ανέγερση της Ακαδημίας Αθηνών. Σημαντική είναι, επίσης, η συμβολή του στην ανέγερση του Αστεροσκοπείου Αθηνών.
Ο Σίμων Σίνας γεννήθηκε στης Βιέννη στις 15 Οκτωβρίου 1810, διπλωμάτης και επιχειρηματίας. Καταγόταν από τη Μοσχόπολη της Βορείου Ηπείρου και ήταν γιος του εθνικού ευεργέτη και επιχειρηματία Γεωργίου Σίνα.
Φοίτησε στο κλασικό γυμνάσιο της Βιέννης όπου σπούδασε φιλοσοφία, ιστορία και πολιτική οικονομία. Εργάστηκε στις οικογενειακές επιχειρήσεις και ήταν κληρονόμος της κολοσσιαίας πατρικής περιουσίας. Δεν συνέχισε όμως τις οικονομικές δραστηριότητες του πατέρα του, αλλά εισήγαγε νέες μεθόδους καλλιέργειας στα απέραντα κτήματά του.
Υπηρέτησε το ελληνικό δημόσιο ως πρόξενος στη Βιέννη και διετέλεσε υπουργός σε κυβερνήσεις διαφόρων χωρών: στην Αυστρία, στη Βαυαρία και στη Γερμανία. Βοήθησε οικονομικά, μεταξύ άλλων, στην αποπεράτωση της Μητρόπολης Αθηνών και της Ακαδημίας Αθηνών, που σχεδιάστηκε από τον αρχιτέκτονα Θεόφιλο Χάνσεν.
Στην Αυστροουγγαρία προσέφερε τεράστια χρηματικά ποσά για φιλανθρωπικούς και πνευματικούς σκοπούς: Ουγγρική Ακαδημία στη Βουδαπέστη, Εμπορική Σχολή Βιέννης, Εταιρεία Φίλων Μουσικής Βιέννης, νοσοκομεία και βρεφοκομεία της Βουδαπέστης.
Στην Ελλάδα ο Σ. Σίνας συνέχισε τις δωρεές του πατέρα του προς φιλανθρωπικά και εκπαιδευτικά ιδρύματα, χορηγώντας σημαντικά ποσά για την αποπεράτωση του Αμαλιείου Ορφανοτροφείου και τη συντήρηση του Αστεροσκοπείου, για την καλύτερη λειτουργία του οποίου τοποθέτησε (1858-1884) τον διακεκριμένο Γερμανό Γιόχαν Φρήντριχ Γιούλιους Σμιτ. Έγινε επίσης κάτοχος οικοπέδων στο κέντρο της Αθήνας και του γνωστού στο Ίλιον «Επτάλοφου» ή «Πύργου της Βασιλίσσης» (1870). Όμως δεν μπόρεσε να έρθει ποτέ στην Ελλάδα.
Πολιτογραφήθηκε Έλληνας (1858), διορίστηκε αμέσως πρέσβης της Ελλάδας στις αυλές της Βιέννης, του Μονάχου και του Βερολίνου. Φιλοοθωνικός, διατήρησε τη θέση του σιωπηρά και μετά τη μεταπολίτευση του 1862, αλλά ύστερα από δύο χρόνια παραιτήθηκε.
Τιμήθηκε επανειλημμένα από την Ελλάδα και την Αυστρία. Το 1864 ο αυτοκράτορας της Αυστρίας Φραγκίσκος Ιωσήφ του απένειμε τον τίτλο του αυλικού μυστικοσυμβούλου. Το κοινωνικό και πολιτιστικό έργο του συνέχισε μετά το θάνατό του η σύζυγός του Ιφιγένεια Σίνα, η τελευταία από τους ευεργέτες της οικογένειας. Η κόρη του παντρεύτηκε τον Γεώργιο Μαυροκορδάτο, γιο του Αλέξανδρου Μαυροκοδάτου.

Δευτέρα 14 Οκτωβρίου 2013

ΚΡΗΤΙΚΗ ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ: ΠΩΣ ΝΑ ΠΕΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΑΥΤΟΝΟΗΤΟ;


Αείμνηστε αρχηγέ Πετρονικόλα, απερχόμενος του κόσμου τούτου σήμερον με το μύχιον και πικρόν παράπονον ότι δεν επέζησες να ιδείς πλήρες τετελεσμένον το έργον το οποίον ήτο το μόνον σου όνειρον και υπέρ του οποίου τοσούτον ηγωνίσθης καθ όλην σου την ζωήν, ήτοι την Ενωσιν της πατρίδος σου μετά της μητρός Ελλάδος, απερχόμενος γενναίε πρόμαχε των δικαίων και της ελευθερίας της Πατρίδος σου, ανήγγειλον εις τας ιεράς σκιάς των συναγωνιστών σου ότι το ευγενές και ποθητόν όνειρόν των δεν συνετελέσθη εισέτι, και ότι πιστοί και αφοσιωμένοι ημείς οι απόγονοί των εις το υπέρ της Ενώσεως πρόγραμμά των, θεωρούμεν ιερόν και απαράβατον καθήκον και έχομεν στερεάν και αμετάτρεπτον απόφασιν να υποστηρίξομεν και επιδιώξομεν παντί σθένει την πραγματοποίησιν του ονείρου των, ήτοι την Ενωσιν της Κρήτης μετά της μητρός Ελλάδος.
Αυτά τα λόγια περιέχονται στον επικήδειο που αποχαιρέτησε τη σωρό του Ασηγωνιώτη καπετάνιου Νικολάου Πετράκη το 1905. Ο ομιλητής Μάρκος Δεληγιαννάκης, νεότερός του αγωνιστής και αργότερα Ηπειρομάχος, απέδωσε έτσι με τον πιο γλαφυρό τρόπο τα συναισθήματα των Κρητών κατά το διάστημα της «ημιελευθερίας», όπως σε άλλη αποστροφή του ίδιου αποχαιρετισμού αποκαλούσε την περίοδο της αυτονομίας.
Σήμερα, οι σημαίες της επικυριαρχίας του Σουλτάνου υψώνονται στους ιστούς αυτών που λησμονούν, αυτών που δεν ξέρουν, που δε θυμούνται, που προτάσσουν το ατομικό βραχυπρόθεσμο μικροσυμφέρον απέναντι στο κοινό μεσοπρόθεσμο συλλογικό. Προς αυτές αλληθωρίζουν κι άλλοι, ακάτεχοι και συνάμα απελπισμένοι σε μια πατρίδα που έχει χάσει από καιρό το όραμα και την προωθητική ενοποιητική της δύναμη. Και τις εξελίξεις παρακολουθούν κι όσο μπορούν διαμορφώνουν ξένα συμφέροντα και δυνάμεις, κοντινές και μακρινές, με παρελθούσα ή/και επιθυμητή νέα παρουσία στο νησί.
Η Κρήτη είναι ελληνική
Από μόνη της η κατάφαση αυτή συνιστά ήττα. Αυτό που δεν έχει ξεκαθαρίσει είναι αν πρόκειται για ήττα σε μάχη ή σε πόλεμο. Όπως ήττα συνιστά η συγγραφή αυτού του κειμένου. Γιατί τα αυτονόητα δεν τα δηλώνεις. Ξεκινάς από αυτά και πας παραπέρα. Έτσι πήγαμε στη Μακεδονία, έτσι προσφέραμε έναν ηγέτη στην πατρίδα, καθιστάμενοι η αιχμή του ελληνικού δόρατος στην τελευταία φυγή προς τα μπρος που θάφτηκε τελικά στις στάχτες της Σμύρνης.
Σήμερα τα αυτονόητα είναι ζητούμενα σ΄ αυτό τον τόπο σε όλους τους τομείς. Έτσι, είναι και στο θέμα της Κρήτης. Θα αναγκαστούμε λοιπόν να κάνομε μια σύντομη αναφορά στο πώς εκδηλώθηκε η ελληνική ψυχή της Κρήτης ανά τους αιώνες, από τη στιγμή που αποκόπηκε από τον εθνικό κορμό του Βυζαντίου το 1204 μέχρι την επανένωσή της με την κρατική υπόσταση του νέου ελληνισμού το 1913.
Με την παράδοση της Κρήτης στους Ενετούς το 1204, οι κάτοικοι του νησιού ξεκίνησαν αντίσταση ενάντια στους Ενετούς. Κι επειδή η Πόλη ήταν φραγκεμένη στράφηκαν στη διάδοχη κρατική υπόσταση του Ελληνισμού, την αυτοκρατορία της Νίκαιας. Ο αυτοκράτορας Ιωάννης Βατάτζης έστειλε πλοία και πολεμοφόδια που δε στάθηκαν αρκετά να αντιμετωπίσουν τη θαλασσοκράτειρα Βενετία, κατεγράφη όμως ποιοι ήταν με ποιους και ποιο σημείο αναφοράς είχαν οι Κρητικοί, ποιους θεωρούσαν αδέρφια τους. Η αυτοκρατορία της Νίκαιας αποτελούσε σημείο αναφοράς για όλο τον υπόδουλο ελληνισμό αφού και οι υπόδουλοι της Μικράς Ασίας σ’ αυτήν προσέβλεπαν, όπως μαρτυρούν χρονολογήσεις εικονογραφιών στην Καππαδοκία με βάση τον βασιλεύοντα στη Νίκαια και όχι το Σελτζούκο σουλτάνο που κατείχε την περιοχή.
Με την απελευθέρωση της Πόλης, ο Μιχαήλ Παλαιολόγος υποκίνησε επανάσταση στην Κρήτη και έκτοτε όλες οι επαναστάσεις κατά των Ενετών ήταν υποστηριζόμενες και σε συνεννόηση με την ανασυσταθείσα Βυζαντινή Αυτοκρατορία. Όλες καταπνίγονται, ενώ οι Τούρκοι πλησιάζουν και οι Κρητικοί αποτυπώνουν στα τραγούδια τους τη μυθική διάσταση που έχει γιαυτούς το Βυζάντιο:
Όντεν εθεμελιώνασιν οι άγγελοι την Πόλη, απ’ τ’ Άγιον Όρος το νερό κι από τη Χιό το χώμα
κι απού την Avτριανoύπολη φέρνουν τα κεραμίδια…
Παρακολουθούν με αγωνία την τουρκική προέλαση και πρώτοι αυτοί απ’ όλους τους Έλληνες θρηνούν το κούρσος της Αντριανούπολης:
Τα χελιδόνια τση Βλαχιάς και τα πουλιά τση Δύσης
Κλαίσιν αργά κλαίσιν ταχιά κλαίσιν το μεσημέρι
Κλαίσιν την Αντριανούπολη τη βαροκουρσεμένη.
Είναι χαρακτηριστικό ότι στο χρόνο κατά τον οποίο γράφονται αυτά, η Κρήτη ανήκει σε άλλο κράτος, όμως θεωρεί εαυτήν μέρος του ελληνικού λαού, όπου και αν αυτός βρίσκεται και μαζί του θρηνεί την πτώση της Ρόδου, αγωνιά για την έκβαση της συνόδου Φερράρας Φλωρεντίας («όντεν εδικονίζεντο ο Κωνσταντής στα ξένα»), αφηγείται τον γάμο του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου («κάλεσμα κάνει ο Κωνσταντής το γάμο του να κάμει»).
Είναι επίσης άξιο αναφοράς ότι κατά την Ενετοκρατία, οι Κρητικοί διεκδικούν προνόμια από τους Ενετούς στη βάση της βυζαντινής προέλευσής τους, ως Αρχοντορωμαίοι, με χαρακτηριστική την αναγωγή της καταγωγής τους στα 12 αρχοντόπουλα του Βυζαντίου που κατά την παράδοση έστειλε ο Αλέξιος Κομνηνός στο νησί.
Ακολούθως, με την πτώση της Κωνσταντινούπολης, πολλοί οραματίστηκαν την αναβίωση του Βυζαντίου με κέντρο την Κρήτη αλλά οι απόπειρες εξέγερσης κατανικήθηκαν από τους Ενετούς, μέχρι τελικά η Κρήτη να ενωθεί με το υπόλοιπο γένος κάτω από την Οθωμανική κυριαρχία.
Η ενότητα του υπόδουλου ελληνισμού φάνηκε στα Ορλωφικά, όταν η συντονισμένη εξέγερση εγκαταλείφθηκε από τους Ρώσους αλλά πιστοποίησε την αίσθηση του ανήκειν στην ίδια συλλογικότητα, από τις Παραδουνάβιες ηγεμονίες μέχρι τα Σφακιά. «Ο Μπέης από τη Βλαχιά κι ο Μπέης απ’ τη Μάνη κρυφοκουβέντες είχασι με το Δασκαλογιάννη». Η ίδια αίσθηση οδήγησε τους Κρητικούς στη Φιλική Εταιρεία και στην προετοιμασία και συμμετοχή στην Επανάσταση του 21, η οποία δεν αφορά μόνο το Μωριά και τη Ρούμελη αλλά και τη Θράκη, τη Μακεδονία, τη Θεσσαλία, την Κρήτη, τα νησιά. Συμμετέχουν στις εθνοσυνελεύσεις που έδωσαν τα Συντάγματα της επανάστασης και εθελοντές πηγαινοέρχονται στις επαναστατημένες περιοχές, τόσο κρητικοί στην ηπειρωτική Ελλάδα όσο και μη κρητικοί στην Κρήτη.
Όταν το ελλαδικό κρατίδιο δημιουργείται, ζητούν με πείσμα να συμπεριληφθεί σ’ αυτό η Κρήτη και αποτυγχάνουν. Από τότε, ο 19ος αιώνας είναι αιώνας επαναστάσεων με μόνιμο αίτημα το «Ένωση ή θάνατος», κοινό αίτημα του υπόδουλου ελληνισμού από τη Βόρειο Ήπειρο μέχρι την Κύπρο. Κι όταν το 1897 αποτινάσσεται ουσιαστικά ο τουρκικός ζυγός, αυτοί επιμένουν για την Ένωση και μόνο όταν την επιτυγχάνουν το 1913 θεωρούν ότι ολοκλήρωσαν τον αγώνα.
Στη διάρκεια της ζωής της Κρητικής Πολιτείας συμβαίνουν πολλά: Οι κρητικοί πηγαίνουν να πολεμήσουν εκεί που η πατρίδα τους χρειάζεται και ενώνουν τη Μακεδονία με την Ελλάδα πριν την Κρήτη. Η εξέγερση του Θερίσου επισφραγίζει τον πόθο της Ένωσης και αναδεικνύει ένα εθνάρχη. Οι βουλευτές της Κρητικής πολιτείας εισβάλλουν στο ελλαδικό κοινοβούλιο για να συνεδριάσουν με τους Παλαιοελλαδίτες βουλευτές σε μια συμβολική επίδειξη της ενότητας των πληθυσμών. Οι κρητικοί κληρωτοί σε κάθε περίσταση δίδουν τον όρκο του Έλληνα στρατιώτη. Όλα τα δημοτικά συμβούλια των τότε δήμων με ψηφίσματά τους κήρυτταν την Ένωση και καλούσαν τον Αρμοστή να ασκεί τα καθήκοντά του εν ονόματι του βασιλέως της Ελλάδος. Ο πόθος για την Ένωση είναι πανταχού παρών.
Αντίστροφα, στο Ελλαδικό κρατίδιο, οι προβληματισμένοι για την παρακμή και σήψη του στην Κρήτη προσβλέπουν για να ανανεώσει το ελληνικό όραμα και να εμφυσήσει νέα ορμή και πίστη στα δίκαια του έθνους. Καλούν το Βενιζέλο και η Κρήτη βρίσκεται στην πρωτοπορία στην περιπέτεια που αρχίζει με τους Βαλκανικούς και τελειώνει το 22, σε μια περίοδο όπου κάποια χρόνια δεν ανήκε καν στην Ελλάδα! Η Κρήτη, εκτός από εθνάρχη, χαρίζει στην Ελλάδα και μπαρουτοκαπνισμένους πολεμιστές με κορυφαίο το στρατάρχη Μανουσογιαννάκη.
Μετά την Ένωση, η κατοχή έδωσε την ευκαιρία στην Κρήτη να διεξαγάγει τον αντιστασιακό αγώνα εξ ονόματος όλου του ελληνισμού και να αντισταθεί στις αγγλικές προτροπές περί αυτονομίας τις οποίες οι σύμμαχοί μας έκαναν τη στιγμή του κοινού αγώνα και που είχαν την κατάληξη να συλληφθεί ο Γουντχάουζ, βιογράφος του Καραμανλή αργότερα, από τους αντάρτες.
Στα χρόνια που ακολούθησαν υπήρξε έμπρακτη στήριξη από τους κρητικούς του ενωτικού αγώνα του λαού μας στην Κύπρο, ενώ γράφτηκαν και σχετικά ριζίτικα τραγούδια. Ο Παύλος Γύπαρης, μεγάλος πια, επέστρεψε στην Αγγλία τα παράσημα που του είχαν απονεμηθεί για τη δράση του στο β’ παγκόσμιο πόλεμο και κάλεσε το Χάρντινγκ σε μονομαχία…
Τα παραπάνω έχουν μιαν αντίφαση: λέγονται για να αποδείξομε ότι δε χρειαζόταν να λεχθούν. Ότι το αυτονόητο δε χρειάζεται να διατυπώνεται. Όμως από τότε πέρασε πολύς καιρός και πολλές καταστάσεις. Το πρώτο που ήρθε, ήταν η διάθεση να καταστρέψομε το χώρο μας, τα χωριά μας, για να χτίσομε δωμάτια και να σερβίρομε τους τουρίστες, αυτούς που μέχρι χτες πολεμούσαμε. Κι ακολούθησε η ηθική εξαχρείωση ενός ολόκληρου λαού, που στην Κρήτη ήρθε με την παροχή της δυνατότητας σε πληθυσμούς με περιορισμένα μέσα να προσποριστούν εύκολα έσοδα όχι με την εργατικότητα, βασική αξία του λαού μας, αλλά με τις επιδοτήσεις βάσει ψευδών στοιχείων που δεν κατευθύνθηκαν στο σκοπό για τον οποίο προορίζονταν. Προς τούτο συνηγόρησε ένα ολόκληρο κύκλωμα με πρώτο το κράτος, έτσι που όποιος έμενε πιστός στις αξίες τις παλιές στερούνταν και θεωρούνταν και αφελής.
Η καλοπέραση αυτή οδήγησε στην τάση για πάση θυσία διατήρησή της, κι εκεί η παλιά ανδρεία μετεξελίχθηκε σε τραμπουκισμό, προστασία, χρήση κάθε μέσου και καταφυγή στις παραβατικές δραστηριότητες. Η λεβεντογέννα Κρήτη που όλοι θαύμαζαν, γινόταν πια ένα μαύρο πουκάμισο αδειανό. Οι προτεραιότητες είχαν αλλάξει, με την κατανάλωση να αποτελεί πια τη νέα μεγάλη ιδέα. Παράλληλα, τα θερμοκήπια, τα ξενοδοχεία, η οικονομική δραστηριότητα και ανάπτυξη δημιούργησαν τοπικές οικονομικές ελίτ, ενώ η χασισοκαλλιέργεια και το λαθρεμπόριο όπλων ανέδειξαν πληθυσμούς που ζούσαν και βολεύονταν από την παραβατικότητα.
Παράλληλα με την υποχώρηση των αξιών και του φρονήματος του λαού μας πανελλαδικά, ερχόταν και η υποχώρηση σε όλα τα μέτωπα, ένα εκ των οποίων είναι και της εξωτερικής πολιτικής. Η Τουρκία επελαύνει στο Αιγαίο, στο οποίο έχομε αναγνωρίσει ζωτικά συμφέροντά της. Κι η Κρήτη είναι ένας πολύ δυνατός κρίκος στην ελληνική άμυνα, με πληθυσμό ντόπιο εξισλαμισμένο που έχει εγκατασταθεί στην άλλη όχθη του Αιγαίου.
Το επόμενο στοιχείο που μας ενδιαφέρει είναι η άνοδος της παγκοσμιοποίησης και το ιδεολογικό στίγμα που τη νομιμοποιεί: Στα πλαίσια της κυριαρχίας της αγοράς, οι συλλογικές ταυτότητες πρέπει να υποσταλούν και να αντικατασταθούν από την εξατομίκευση και το πρότυπο του ατόμου-καταναλωτή, απρόσωπου και ακαθορίστων λοιπών στοιχείων. Η σύνδεση που υπάρχει ανάμεσα στα μέλη ενός λαού πρέπει να καταργηθεί. Δε νοείται ούτε η σύνδεση των λαών μεταξύ τους ως συλλογικοτήτων, οι Έλληνες και οι Σέρβοι, οι Ισπανοί με τους Πορτογάλους δε νοούνται να συνδιαλέγονται. Μόνο άτομα συνδιαλέγονται, καμιά άλλη ταυτότητα δεν αναγνωρίζεται (αυτό το βλέπει κανείς ακριβώς έτσι αποτυπωμένο στις διακηρύξεις φιλελεύθερων παρατάξεων). Δεν υπάρχει σύνδεση με την πατρίδα, με κάθε πατρίδα: Είμαστε όλοι παιδιά της γης που πατούμε αυτή τη στιγμή και έχομε τα ίδια δικαιώματα σ’ αυτήν (αυτό το ιδεολόγημα, που κατά κόρον χρησιμοποιείται από προοδευτικούς έως πάρα πολύ προοδευτικούς, εμπεριέχει μέσα του και τη νομιμοποίηση της προσφυγοποίησης εκατομμυρίων ανθρώπων από τη Νέα Τάξη: αφού δεν υπάρχουν πατρίδες, δε δημιουργούνται και πρόσφυγες, ενώ οι κολασμένοι της παγκοσμιοποίησης που καταφθάνουν εδώ ως λαθρομετανάστες, δεν προσδοκούν φιλοξενία σε έναν ξένο τόπο, θεμελιώνουν δικαίωμα εγκατάστασης αφού πατρίδα είναι όπου πατάμε).
Η παγκοσμιοποίηση όμως δεν είναι μονόδρομος ούτε είναι δεδομένη η επικράτησή της. Πρέπει να εμπεδωθεί και γιαυτό πρέπει να διαλυθούν οι εθνικές ταυτότητες. Κάποιες όμως είναι πολύ ισχυρές, όπως η Ελληνική, διαμορφωμένη δια πυρός και σιδήρου μέσα από μια παράδοση αντίστασης ενάντια και στην Ανατολή και προς τη Δύση, της οποίας μάλιστα αρχέτυπο και συμπύκνωση αποτελεί η Κρήτη. Πρέπει λοιπόν να πολεμηθεί το συνεκτικό στοιχείο της αίσθησης ότι ανήκομε στην ίδια συλλογικότητα, στο ίδιο έθνος. Πρέπει να σπάσει, να κατακερματιστούμε σε μικρά κομμάτια, αδύναμα και σε ανταγωνισμό πιθανόν μεταξύ τους. Πρέπει ακόμα να υποτιμηθεί η αντιστασιακή μας παράδοση κι η ιστορία μας, έτσι ώστε να εκλείψει κάθε έννοια αντίστασης, κι αν υπάρχει, να στερείται αυτή δύναμης. Αυτό το δύσκολο έργο το έχουν αναλάβει ειδικά για τα Βαλκάνια, τα οποία έχουν μακρά παράδοση αντίστασης και περηφάνιας, αφενός οι επιδρομές του ΝΑΤΟ και οι πολιτικές των Δυτικών δυνάμεων, αφετέρου οι «προοδευτικοί» ιστορικοί και διανοούμενοι που ξαναγράφουν τα βιβλία ιστορίας. Βιβλία σαν αυτό της 6ης Δημοτικού, που ωραιοποιούν την Οθωμανική κατοχή των βαλκανικών χωρών, διδάσκονται ήδη στη Βουλγαρία και τη Σερβία. Κι επειδή εδώ υπήρξε αντίδραση μεγαλύτερη από αυτήν που περίμεναν, έχομε τώρα και το ντοκιμαντέρ του ΣΚΑΙ, που αποδομεί την κορυφαία στιγμή της νεώτερης ιστορίας μας, το 1821.
Ο κατακερματισμός της Σερβίας είναι το μοντέλο που πρέπει να επιβληθεί και στην Ελλάδα. Η Θράκη μπορεί να τραβηχτεί προς την Τουρκία, οι νομοί Πέλλας και Φλωρίνης προς τα Σκόπια, κι η Κρήτη αυτόνομη. Πρέπει όμως να σπάσει η αίσθηση της συλλογικής ταυτότητας των Ελλήνων. Κι εδώ βοηθός στέκει το ίδιο το Ελλαδικό κράτος.
Βοηθός στέκει το πριγκιπάτο των Αθηνών, που κυριαρχεί και καταδυναστεύει την υπόλοιπη Ελλάδα από πλευράς πόρων, ανθρώπινου δυναμικού, συγκέντρωσης υπηρεσιών, διοικητικών μηχανισμών. Που με μια συγκεντρωτική πολιτική αφαίρεσε από την ύπαιθρο τους ανθρώπους της, που με τη δομή του δεν επιτρέπει στις ελληνικές περιοχές να επικοινωνούν μεταξύ τους παρά μόνο μέσω της Αθήνας, που σε τελευταία ανάλυση καταστρέφει την ταυτότητα των παιδιών μας που γεννήθηκαν σ’ αυτήν και που δεν έχουν τα βιώματα και τις ζώσες αξίες του χωριού, διαμορφώνοντας καταναλωτές διασκέδασης δυτικού τύπου. Αυτό το κράτος έχει δημιουργήσει σε όλη την υπόλοιπη Ελλάδα συναισθήματα αδικίας και παραμέλησης.  Μόνο που αυτή η αίσθηση δε βγαίνει ως αντιπαλότητα στην Αθήνα. Σε μιαν Ελλάδα που την οικειοποιείται η Αθήνα, βγαίνει ως αντιπαλότητα στην Ελλάδα. Και στην Κρήτη αυτό βγαίνει με τον ίδιο τρόπο: «Εμείς πολεμήσαμε για όλους και για μας δεν πολέμησε κανείς», ακούς στα χωριά μας, κι ακόμα, «Η Ελλάδα μας παραμελεί, μας εκμεταλλεύεται». Καταλαβαίνει κανείς πόσο πρόβλημα μπορεί να δημιουργήσει μια τέτοια νοοτροπία, αφού εντοπίζει λάθος πρόβλημα, και άρα προτείνει και λάθος λύσεις. Κι είναι ακόμα πιο επικίνδυνο το ότι κι άλλες παραμελημένες περιφέρειες, τον ίδιο υπαίτιο αναγνωρίζουν: την Ελλάδα. Κι ενώ θα μπορούσαν να συνεννοηθούν μεταξύ τους, να πυκνώσουν τις συνεννοήσεις και τις ανταλλαγές τους παρακάμπτοντας την παρασιτική Αθήνα και διαμορφώνοντας εκείνες μια κοινή ελληνική πολιτική, αναπτύσσουν φυγόκεντρες τάσεις σε μια περίοδο που αυτό είναι της Νέας Τάξης επιδίωξη και ζητούμενο προσφέροντάς της το στο πιάτο.
Ακόμα χειρότερα, ο Καλλικράτης ήρθε και καθιέρωσε αυτό τον κατακερματισμό σε περιφέρειες, προσθέτοντας την αυτονόμησή τους από τον εθνικό κεντρικό σχεδιασμό. Σημείο αναφοράς είναι πια οι Βρυξέλλες και στόχος η ευρωπαϊκή χρηματοδότηση, που γίνεται πια σε επίπεδο περιφέρειας. Έτσι, όχι μόνο καταργείται η κοινή στρατηγική, αλλά και αναπτύσσεται ανταγωνισμός μεταξύ των ελληνικών περιφερειών που διαγκωνίζονται για τα ευρωπαϊκά προγράμματα, συντελώντας στην αποξένωση και την απομάκρυνσή τους. Μια ακόμα παράμετρος του Καλλικράτη είναι ο ναρκισσισμός που καλλιεργεί στους τοπικούς άρχοντες, οι οποίοι βλέπουν στους εαυτούς τους όχι πια το Δήμαρχο ή τον περιφερειάρχη, αλλά το μικρό Πρωθυπουργό. Από κει και πέρα, η φιλοδοξία να γίνουνε κι αυτοί κάτι σαν το Μακάριο δεν είναι μακριά.
Τέλος, οι εξελίξεις στην πατρίδα μας  με το Μνημόνιο και την κατάρρευση της αξιοπιστίας του πολιτικού κόσμου, δημιούργησαν νέα απογοήτευση και απελπισία στο λαό μας. Η διέξοδος σε αυτό και οι τρόποι αντιμετώπισής της είναι θέμα του λαού μας συνολικά, όμως κάποιοι, μέσα στον πανικό τους και προκειμένου να απαλλαχθούν από αυτούς που τους έφεραν σ’ αυτή την κατάσταση, αποδίδουν τη διαφθορά του πολιτικού κόσμου στην ίδια την Ελλάδα και ζητούν αυτονομία για να γλυτώσουν!
Σ’ αυτές τις συνθήκες, έχει από καιρό αναπτυχθεί μια φιλολογία περί απόσχισης της Κρήτης από τον εθνικό κορμό με μια σειρά επιχειρημάτων. Παράλληλα, παρακολουθούμε μια κλιμάκωση επιχειρημάτων και θεωριών που συνοδεύονται κι από έξωθεν προβοκάτσιες που παρουσιάζονται σα λάθη και καθόλου αθώες δεν είναι.
Η κεντρική και εμβληματική έκφραση της τάσης αυτής είναι η χρήση της σημαίας της κρητικής πολιτείας ως συμβόλου της Κρήτης και της αυτόνομης πορείας της. Εδώ πρέπει να πούμε ότι η διείσδυση της ιδέας της αυτονομίας έχει επενδύσει πολύ στην παθολογική αγάπη των Κρητικών για την ιδιαίτερη πατρίδα τους και την περηφάνια που νοιώθουν γιαυτή. Η ιδέα αυτή όμως ήταν πάντα συνυφασμένη με την ιδέα της Κρήτης ως γης ελληνικής και την ξεχωριστή θέση που αυτή κατά τους Κρητικούς και άλλους Έλληνες έχει στην ιστορία και στη συλλογική μας παράδοση. Σιγά σιγά καλλιεργήθηκε η ιδέα για μια Κρήτη τόσο ιδιαίτερη, που αποτελεί χωριστή ταυτότητα πολιτιστική κι όχι συνιστώσα στις ελληνικές παραδόσεις. Κι η σημαία της αυτονομίας ήταν η μόνη που μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ως σύμβολο, αφού όλες οι κρητικές σημαίες ήταν οι ελληνικές των χαίνηδων με το «Ένωσις ή Θάνατος», η σημαία του Καγιαλέ η Ελληνική, που αυτήν αναρτούσαν σε κάθε ευκαιρία επί Κρητικής Πολιτείας αποκαθηλώνοντας την άλλη με το τουρκάστερο. Η τελευταία λοιπόν, κατάντησε να θεωρείται σύμβολο της Κρήτης από τους σύγχρονούς μας Κρητικούς, ακόμα κι αν αυτοί δεν τάσσονται υπέρ της ιδέας της αυτονομίας. Από την άλλη, η μετάπτωση και μέσω της σημαίας σε θέσεις στήριξης της αυτονομίας, αρχικά μέσα από το χαβαλέ και στην πορεία συνειδητά, συντέλεσε στην αύξηση του κύματος αυτού σε πρώτη φάση.
Προς ενίσχυση και ουσιαστική επιβολή του θέματος, επινοήθηκε η απάτη με το δημοψήφισμα που δήθεν θα λάβει χώρα το 2012 με βάση τη διεθνή συνθήκη που αναγνώρισε αυτό που de facto είχαν επιβάλει οι Κρητικοί: την Ένωση με την Ελλάδα. Το δημοψήφισμα ήταν μια πολύ έξυπνη τακτική που είχε ως αποτέλεσμα τη δημιουργία συζήτησης επί του ανύπαρκτου θέματος. Μας ανάγκασε λοιπόν να συζητούμε επ’ αυτού, να παίρνομε θέση, να το αναγνωρίζομε ως υπαρκτό. Το επέβαλε πιέζοντάς μας να τοποθετηθούμε εν όψει του 2012.
Παράλληλα, οι προβοκάτσιες στους αγώνες των μεσογειακών νησιών με την ανάρτηση της σημαίας της κρητικής πολιτείας για την Κρήτη αντί για την ελληνική, η αναφορά της Κρήτης ως ξεχωριστού κράτους σε ιστοσελίδες δυτικών οργανισμών, η ανάρτηση πανώ σε ποδοσφαιρικό αγώνα στο Ηράκλειο για την αυτονομία, οι αναφορές στο ανύπαρκτο δημοψήφισμα του 2012, η ανάρτηση της σημαίας σε ιστούς δήμων, δημιούργησαν μια δυναμική αλληλοτροφοδοτούμενη με το θέμα να συζητιέται κανονικά ανάμεσά μας.
Τους δυο αυτούς άξονες προπαγάνδας, το δημοψήφισμα και τη σημαία, θα πρέπει να μην τους υποτιμούμε ως γελοίους, γιατί ο στόχος δεν ήταν να πείσουν, αλλά να ανοίξουν το θέμα. Κι αυτό το κατάφεραν, μ’ εμάς να είμαστε σε θέση άμυνας, μη ξέροντας τι να κάνομε, αφού θέλαμε να μη δίδουμε διαστάσεις σ’ ένα θέμα που δεν υπάρχει. Η απουσία μας όμως συντέλεσε στην απρόσκοπτη ανάπτυξη του προβλήματος.
Σε δεύτερη φάση, ήρθε η αντίδραση και η ενημέρωση του κόσμου. Το έμβλημα που είχαν επιλέξει ήταν εύκολος στόχος, αφού μας έδινε τη δυνατότητα να αναφερθούμε στην ιστορία και τους συμβολισμούς της επικυριαρχίας του Σουλτάνου, το δημοψήφισμα μπορούσαμε να το αναιρέσομε με μιαν απλή ανάγνωση της Συνθήκης. Όμως η άλλη πλευρά σιγά σιγά έχει ήδη εγκαταλείψει το εργαλείο του δημοψηφίσματος, αφού δεν της είναι πια χρήσιμο, και είναι εύκολο να βρει εναλλακτικό σύμβολο τώρα που υπάρχει η κρίσιμη μάζα εκείνη που θα το υιοθετήσει εκ του μηδενός.
Η εξέλιξη των επιχειρημάτων των αυτονομιστών παρουσιάζει ενδιαφέρον, καθώς μετατοπίζεται πλέον σε πιο συναινετική και τεχνοκρατική φρασεολογία. Έτσι, προβάλλεται αφενός η αυτάρκεια της Κρήτης σε πλουτοπαραγωγικούς πόρους και ως οικονομία, η οποία μπορεί να συντηρήσει το νησί δίχως τη βοήθεια της Ελλάδας. Από την άλλη, τα ιδεολογήματα περί χωριστής ταυτότητας των Κρητών έχουν σιωπήσει. Στη θέση τους προβάλλεται από τη μια το κοινό ελληνοτουρκικό παρελθόν και ο πληθυσμός των κάποτε αδελφών μας Τουρκοκρητικών κι από την άλλη, η τραγική κατάσταση της Ελλάδας που τρώει τα παιδιά της και το αίτημα της αυτοδιοίκησης ως διέξοδος στην κακοδιοίκηση της κεντρικής εξουσίας. Είναι χαρακτηριστικό ότι πια το αίτημα για ανεξαρτησία υποστέλλεται, έμφαση δίδεται στο ότι η Κρήτη είναι τελικά κομμάτι της Ελλάδας, απλά είναι καλό για όλους μας να έχομε ένα νοικοκύρεμα βρε αδερφέ, μια διοικητική ή οικονομική αυτονομία, τίποτα άλλο.
Το αίτημα αυτό, όπως εμφανίζεται στη σημερινή του μορφή, είναι εξαιρετικά επικίνδυνο, αφού παρουσιάζεται αθώο και μάλιστα έχει αναφορές στην αυτοδιοικητική μας παράδοση. Αυτό που αποκρύπτεται όμως είναι το ότι οι σημερινές αυτοδιοικητικές δομές του Καλλικράτη δεν έχουν καμιά σχέση με την κοινοτική μας αμεσοδημοκρατική παράδοση. Δημιουργούν απλά τις προυποθέσεις αναπαραγωγής της κομματικής κυριαρχίας σε όλα τα επίπεδα, γιγαντώνοντας τη μικρότερη βαθμίδα αυτοδιοίκησης από την κοινότητα γνωστών μεταξύ τους προσώπων στον απρόσωπο Καλλικρατικό δήμο, στραγγαλίζοντας την προοπτική κάθε ανεξάρτητης συλλογικής προσπάθειας παρέμβασης. Επιπλέον, άλλο η αυτοδιοίκηση εντός ενός «κοινού Ελλήνων», κι άλλο η αυτοδιοίκηση στη βάση της ετερότητας των Κρητών σε σχέση με τους (άλλους) Έλληνες.
Έτσι, ο μύθος της αυτάρκειας καταρρέει από την ίδια τη διατύπωσή του: Αστείρευτους υδάτινους πόρους ανακαλύπτει σε μια Κρήτη που με την αλλαγή του κλίματος απειλείται με ερήμωση, ενώ η δυνατότητα παραγωγής αγροτικών προϊόντων δε συνεπάγεται και αυτάρκεια στην ενέργεια και στις κατασκευές, ούτε πολύ περισσότερο στην άμυνα.
Όμως, δεν είναι ενωμένες οι ελληνικές περιοχές επειδή στερούνται αυτάρκειας καθεμιά ξεχωριστά. Ούτε σημαίνει αυτό ότι αν είναι αυτάρκεις φεύγουν, δεν είναι η ανάγκη που τις κρατάει ενωμένες αλλά η κοινή συνείδηση, η αίσθηση του ανήκειν στην ίδια συλλογικότητα, στον ίδιο λαό. Γιαυτό άλλωστε στο παρελθόν αγωνίστηκαν για την Ένωση, όχι μόνο οι Κρητικοί, αλλά όλοι οι Έλληνες που βρέθηκαν εκτός ελλαδικού κράτους στα 1830: Σαμιώτες, Δωδεκανήσιοι, Κύπριοι, Επτανήσιοι, Μικρασιάτες, Μακεδόνες, Θρακιώτες, Βορειοηπειρώτες.
Είναι ακόμα χαρακτηριστικό ότι το ζήτημα της άμυνας υποβαθμίζεται συστηματικά από τους υποστηρικτές της αυτονομίας. Η γεωπολιτική απουσιάζει από την ανάλυσή τους, κι αυτό όχι απαραίτητα από άγνοια. Κάποιοι όντως παραγνωρίζουν την απειλή της Τουρκίας, και αφελώς παρουσιάζουν ως παράδειγμα προς μίμηση την Κύπρο, το μεγαλύτερο ελληνικό νησί που κατέληξε ανεξάρτητο μετά από έναν αγώνα για την Ένωση που γελοιοποίησε τη μεγαλύτερη αποικιοκρατική δύναμη του κόσμου, τη Βρετανία, και που σήμερα βιώνει ακριβώς τις συνέπειες της μη ολοκλήρωσης του στόχου της Ένωσης. Επικαλούνται το οικονομικό θαύμα της Κύπρου, αλλά αυτό μόνο ως παράδειγμα του τι θα μπορούσε να κάμει ο Ελληνισμός ενωμένος μπορεί να χρησιμεύσει, δηλαδή με τα θετικά μιας παραγωγικής ανάπτυξης, συνδυασμένης όμως με αποτρεπτική ισχύ και όραμα, όχι ως κίνητρο για απόσχιση.
Κάποιοι άλλοι όμως αποσιωπούν το θέμα της άμυνας συνειδητά. Είναι αυτοί που αναφέρονται με νοσταλγία στην τουρκική παρουσία στο νησί, που στις εφημερίδες και τις επιχειρήσεις τους βάζουν το μπλέ και το κόκκινο σε αναλογία τρία προς ένα, παραπέμποντας ευθέως και ρητά στην παρουσία της τουρκοκρητικής μειονότητας στο νησί. Δεν έχει θέση εδώ η ανάλυση της προέλευσης των τουρκοκρητικών από εξισλαμισμένους δικούς μας πληθυσμούς, ούτε η επισήμανση ότι όσοι φτάσαμε να αποκαλούμαστε Έλληνες σήμερα είμαστε οι απόγονοι αυτών που δεν εξισλαμίστηκαν τότε. Αλλά πρέπει να μας θορυβήσει το γεγονός ότι οι αυτονομιστές εμμέσως πλην σαφώς έχουν και μια προοπτική τουρκικής εμπλοκής στην Κρήτη, την οποία διεκδικούν με την προβολή μιας κοινής ταυτότητας που ενώνει χριστιανούς και μουσουλμάνους του νησιού και η οποία βεβαίως δεν είναι ελληνική: είναι μόνο κρητική και αυτήν προβάλλουν, αντίθετα με το παρελθόν μας και την ιστορία μας, αποσιωπώντας ότι οι αγώνες μας ήταν ενάντια σ’ αυτούς με τους οποίους γίνεται σήμερα επίκληση κοινής ταυτότητας.
Το θέμα βέβαια ενδιαφέρει την Τουρκία πάρα πολύ. Η διεκδίκησή της εμφανίζεται από πλευράς της μέσα από διάφορες ατραπούς, από τις αεροφωτογραφίσεις των περιοχών μας μέχρι την έρευνα στα υποθηκοφυλακεία για τις περιουσίες των Τουρκοκρητικών και την ανάρτηση νοσταλγικών βίντεο στο γιουτιούμπ με καρτ-ποστάλ του καιρού της τουρκικής κατοχής με υπόκρουση κρητικής μουσικής και λεζάντες στα τουρκικά και στα αγγλικά για την κοινή πατρίδα όλων μας, χριστιανών και μουσουλμάνων.
Επιπλέον, η αποδοχή της τουρκικής υπηκοότητας των ιεραρχών της Κρητικής Εκκλησίας, αποτελεί ήττα στο συμβολικό επίπεδο και τεράστια απειλή την οποία έχομε υποβαθμίσει: Ο όρκος πίστης στο τουρκικό σύνταγμα δεν έρχεται μόνο σε ευθεία αντίθεση με την αντιστασιακή παράδοση της εκκλησίας μας, αυτής που χρηματοδότησε τον αγώνα του λαού μας στην Κρήτη και πρόσφερε σειρά μαρτύρων και ηγετών. Δημιουργεί μιαν ομάδα πίεσης υπέρ των τουρκικών θέσεων στο έδαφός μας, κρατώντας σε ομηρία τους ιεράρχες μας και αναγκάζοντάς τους να ταυτίσουν τις φιλοδοξίες τους με την τουρκική εξωτερική πολιτική. Αποδέχεται την παραβίαση της συνθήκης της Λωζάννης που διαπράττουν οι Τούρκοι χαρακτηρίζοντας το οικουμενικό Πατριαρχείο τουρκικό ίδρυμα στο οποίο προσβλέπουν να ηγηθούν, κι όλο αυτό παρουσιάζεται ως κίνηση μεγαλοψυχίας της Άγκυρας και εποικοδομητική στάση που απαιτεί ως αντάλλαγμα την αναγνώριση των ψευδομουφτήδων (προφανώς γιατί μέχρι κι οι Τούρκοι καταλαβαίνουν ότι η Ελλάδα είναι ενιαία από την Θράκη ως τη Γαύδο).
Τις αυτονομιστικές θέσεις εκφράζουν σε γενικές γραμμές τα εξής συμφέροντα: των οικονομικά ισχυρών του νησιού μας, οι οποίοι δε θέλουν να μοιράζονται τον πλούτο που παράγουν με τους υπόλοιπους Έλληνες μέσω της φορολογίας και θεωρούν ότι πρέπει να διαχειρίζονται οι ίδιοι την παραγόμενη υπεραξία. Των παραβατικών, που επιζητούν μια τοπική κυβέρνηση που δε θα μπορεί να αντιπαρατεθεί μαζί τους, και που μπορεί να ελέγχουν κιόλας. Επιπλέον, σε μια μικρής κλίμακας κρατική οργάνωση, θα ελέγχουν και την οικονομική ζωή μέσω της «προστασίας» σε βάρος των οικονομικά ισχυρών, οι οποίοι δε θα είναι τόσο ισχυροί ώστε να τους ελέγξουν αλλά αρκετά εύποροι ώστε να τους συντηρούν μ’ αυτό τον τρόπο. Των εκκολαπτόμενων πολιτικών του Καλλικράτη, που προσδοκούν αξιώματα και τιμές αρχηγού κράτους και κυβερνητικών αξιωματούχων. Και νεφελωδώς των απόκληρων του σημερινού συστήματος που απλά ταυτίζουν την κρίση με την Ελλάδα και αφελώς θεωρούν ότι θα τους σώσει από το Μνημόνιο η αυτονομία.
Το ετερόκλητο μέτωπο των αυτονομιστών έχει αλληλοσυγκρουόμενα συμφέροντα, τα οποία η κάθε διακριτή ομάδα εντός του δεν αντιλαμβάνεται ότι ακυρώνουν τις δικές της επιδιώξεις. Έτσι, οι οικονομικοί παράγοντες δεν αντιλαμβάνονται ότι τυχόν αυτονομία θα σημάνει τον έλεγχο του νησιού από τις δυνάμεις της παραβατικότητας, των ναρκωτικών και της προστασίας. Καμιά τοπική κυβέρνηση δε θα είναι σε θέση να αντιπαρατεθεί μαζί τους, εκτός του ότι μάλλον θα ελέγχεται από αυτές εκούσα άκουσα. Αντίστοιχα, οι δυνάμεις της παρανομίας, παραγνωρίζουν ότι αργά ή γρήγορα η Κρήτη θα περάσει υπό Τουρκικό έλεγχο, ο οποίος δε θα ανεχτεί τέτοιες δραστηριότητες που θα εμπνέουν ανασφάλεια στα συμφέροντά του που θα αναπτυχθούν στο νησί. Θα στραφεί εναντίον τους, είτε για να τις υποκαταστήσει με δικές του δυνάμεις είτε για να εξαλείψει τις δραστηριότητες αυτές. Και στις δυο ομάδες αυτές βέβαια, υπάρχει και η προοπτική της τουρκοποίησής τους για να διατηρήσουν τη θέση τους στην τοπική κοινωνία, δηλαδή θα δούμε να επαναλαμβάνεται το φαινόμενο του γενιτσαρισμού με νέο τρόπο.
Μπορεί να αντιλέξει κάποιος ότι αυτά δε γίνονται εντός της Ευρωπαικής Ένωσης. Όμως, αυτά μπορούν να γίνουν δίχως στρατιωτική επέμβαση, με κατάλληλους χειρισμούς και θέση της τοπικής κυβέρνησης σε ομηρία. Τα παραδείγματα της Κύπρου, της Ελλάδας πια, που δεν τολμάει να ανακηρύξει ΑΟΖ, είναι εδώ για να μας αφαιρέσουν κάθε αμφιβολία. Και αν η Ελλάδα δεν κηρύσσει ΑΟΖ, η Κρήτη μόνη της πώς θα τολμήσει να εκμεταλλευτεί τα περιβόητα κοιτάσματα που θα την καταστήσουν ενεργειακά αυτάρκη;
Την αυτόνομη Κρήτη θέλει διακαώς και το δυτικό μπλόκ, ώστε να την εντάξει στη σειρά των αβύθιστων αεροπλανοφόρων της Μεσογείου, που ξεκινούν από το Γιβραλτάρ και κορυφώνονται στην Κύπρο, στις βρετανικές βάσεις, που αποτελούν επικράτεια της Βρετανίας, όχι παραχωρημένο χώρο από την Κυπριακή Δημοκρατία, όπως η Σούδα. Θυμίζω ότι ο Ελληνισμός δεν θεωρείται από τους θεωρητικούς της Νέας Τάξης ως μέρος του Δυτικού κόσμου. Θα προσθέσω ότι συμφωνώ με αυτή την ανάλυση, πλην όμως η δυτική προσέγγιση γίνεται στη βάση της σύγκρουσης των πολιτισμών κατατάσσοντάς μας σε αντίπαλο στρατόπεδο, ενώ μια προσέγγιση οικουμενικότητας θα έβλεπε σ΄ αυτή τη διαφορετικότητα την ευκαιρία για διάλογο μεταξύ των διακριτών ταυτοτήτων σε βάση αμοιβαίου σεβασμού. Ακόμα περισσότερο, το ελληνικό πολιτισμικό πρότυπο θα μπορούσε να αποτελέσει διέξοδο στην κρίση του Δυτικού πολιτισμού, αλλά αυτό δεν το έχομε ούτε εμείς οι ίδιοι ακόμα καταλάβει, μιμούμενοι αυτούς με το κόμπλεξ του επαρχιώτη, υποτιμώντας τη δική μας παράδοση.
Έτσι λοιπόν, ντόπια και ξένα συμφέροντα, το καθένα για τους δικούς του λόγους, πολλές φορές αντίθετους μεταξύ τους, επιζητούν την απόσχιση της Κρήτης από την Ελλάδα. Το θέμα είναι να προλάβομε αυτές τις εξελίξεις, κι όχι να περιμένομε να δικαιωθούμε από το τι θα συμβεί αφού γίνουν αυτά.
Απαραίτητο στοιχείο γιαυτό είναι να δουλέψομε σε δύο επίπεδα, τοπικά και πανελλαδικά. Τοπικά, η ενημέρωση του κόσμου πρέπει να είναι συνεχής και αποφασιστική. Δε μιλούμε όμως για ενημέρωση ιστορικών στοιχείων μόνο. Γιατί αυτά είναι κοινός τόπος σε τελευταία ανάλυση. Κι επιπλέον δεν είναι και δεσμευτικά για το σήμερα και το αύριο. Αυτό που μας λείπει σήμερα, και γιαυτό καταντήσαμε εδώ που είμαστε τώρα, είναι η κρίση αξιών της πατρίδας μας συνολικά, η απουσία οράματος, η βούληση να συνεχίσομε όλοι μαζί. Πρέπει λοιπόν η απάντησή μας να απαντά και στις προκλήσεις του σήμερα μαζί με τα ιστορικά μας στοιχεία. Γιατί αλλιώς θα γίνει αυτό που είδαμε στα Ίμια, όπου ο πρωθυπουργός μας μιλούσε για αήττητα νομικά όπλα της Ελλάδας και η Τουρκία επέβαλε την καθιέρωσή τους ως γκρίζας ζώνης.
Πανελλαδικά, πρέπει να έρθουν σε επαφή όλες οι ελληνικές περιφέρειες μεταξύ τους, παρακάμπτοντας την Αθήνα, να γνωρίσουν η μια τα προβλήματα και ιδιαιτερότητες της άλλης και να συνειδητοποιήσουν ότι είναι η μια πιο παραμελημένη από την άλλη, ότι τα θέματα είναι κοινά, ότι μόνο με κοινή δράση μπορούνε πράγματι να λυθούνε. Οι περιφέρειες μαζί, οφείλουν να ξαναδούν την κρίση από τη σκοπιά της έλλειψης οράματος και να δουλέψουν για να δημιουργήσουν μια νέα προοπτική, μια νέα ιδεολογία του ελληνισμού, με εργαλεία που μας έρχονται από την αντιστασιακή μας παράδοση.
Αυτό σημαίνει κι ότι οι σύλλογοί μας θα πρέπει να γίνουν πιο ιδεολογικοί. Να σκύψουν όχι μόνο πάνω από τα έθιμα, αλλά και από τα ήθη. Και πρέπει ο καθένας μας να απαντά αποφασιστικά μόλις εγείρεται το θέμα. Με επιχειρήματα και δίχως να αφήνει περιθώριο για αμφιβολίες.
Ο αγώνας δεν είναι εύκολος γιατί το όραμα δεν υπάρχει. Το όραμα εμείς μόνο θα το ξαναφτιάξομε, ο καθα-γεις από μας, και όλοι μαζί. Κι αν δεν τα καταφέρομε θα δούμε πράματα πολύ χειρότερα από όσα έχουν ήδη εμφανιστεί.

Κυριακή 13 Οκτωβρίου 2013

ΠΟΣΟ ΣΤΟΙΧΙΖΕΙ Η ΛΑΘΡΟΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ;


ΔΕΚΑΔΕΣ ΔΙΣ ΕΥΡΩ ΤΟ ΕΤΗΣΙΟ ΚΟΣΤΟΣ.
ΟΤΙ ΔΕΝ ΑΝΑΦΕΡΟΥΝ ΠΟΤΕ ΟΙ ΠΡΟΔΟΤΕΣ ΠΟΛΙΤΙΚΟΙ...







ΓΙΑ ΚΑΠΟΙΟ ΛΟΓΟ ΑΠΟΦΕΥΓΕΤΑΙ ΕΠΙΜΕΛΩΣ ΟΙΑΔΗΠΟΤΕ ΑΝΑΦΟΡΑ ΓΙΑ ΤΙΣ ΤΡΑΓΙΚΕΣ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΜΙΑΣ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΟΣ ΠΟΥ ΚΥΡΙΟΛΕΚΤΙΚΩΣ ΑΠΟΤΕΛΕΙ ΚΑΡΚΙΝΩΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΙΣΟΡΡΟΠΙΑ ΤΗΣ ΧΩΡΑΣ.

ΤΑ ΜΕΓΕΘΗ ΕΙΝΑΙ ΤΡΟΜΑΚΤΙΚΑ ΚΑΙ ΣΥΝΕΒΑΛΑΝ ΑΠΟΦΑΣΙΣΤΙΚΑ ΣΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΤΑΡΡΕΥΣΗ  
Πιο συγκεκριμένα:
- 7 δισ. ευρώ μας κοστίζει η ιατροφαρμακευτική περίθαλψη των λαθρομεταναστών. (Βάσει στοιχείων που έδωσε στην δημοσιότητα ο πρώην Υπουργός Υγείας Α.Λοβέρδος τον Φεβρουάριο του 2011)

- 12 δισ. ευρώ υπολογίζεται ότι είναι το συνάλλαγμα που διαρρέει από την Ελλάδα προς τις χώρες καταγωγής των μεταναστών. (Στοιχεία από Τράπεζα της Ελλάδας)
- 9 δισ. ευρώ ετησίως υπολογίζεται ότι είναι το ύψος των διαφυγόντων φόρων και ασφαλιστικών εισφορών από το παραεμπόριο το οποίο ασκείται σχεδόν αποκλειστικά από μετανάστες παράνομους και μη. (Στοιχεία από Υπουργείο Ανάπτυξης)
Έτσι μόνο το άμεσο οικονομικό κόστος της υπόθεσης λαθρομετανάστευση ανέρχεται ετησίως στο αστρονομικό ποσό των 28 δις ευρώ. 
Το έμμεσο οικονομικό κόστος (πχ. αυξημένες ανάγκες φύλαξης των συνόρων) δεν μπορεί να υπολογιστεί.

Ο ΙΩΑΝΝΗΣ ΜΕΤΑΞΑΣ Ο ΚΥΒΕΡΝΗΤΗΣ ΤΟΥ "ΟΧΙ" ΠΑΡΑΛΑΜΒΑΝΕΙ ΑΠΟ ΤΟΝ ΧΑΣΑΝ ΤΑΞΙΝ ΠΑΣΑ ΤΗΝ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ




Μετά την προέλαση του Ελληνικού Στρατού που είχε φτάσει έξω από την πόλη ο Χασάν Ταξίν Πασάς που υπερασπιζόταν τη Θεσσαλονίκη δεν είχε άλλη δυνατότητα, παρά να ζητήσει μια έντιμη συμφωνία για την παράδοση της πόλης λέγοντας “από τους Έλληνες την πήραμε, στους Έλληνες θα την παραδώσουμε”. Στις 25 Οκτωβρίου οι απεσταλμένοι του ζήτησαν από τον Κωνσταντίνο να επιτραπεί στον Ταξίν να αποσυρθεί με το στρατό και τον οπλισμό του στο Καραμπουρνού και να παραμείνει εκεί μέχρι το τέλος του πολέμου. Ο Κωνσταντίνος, φυσικά, απέρριψε τον όρο του και του πρότεινε την παράδοση του στρατού του και τη μεταφορά του στη Μικρά Ασία με δαπάνες της ελληνικής κυβέρνησης.


Ο Οθωμανός αξιωματούχος δέχθηκε, τελικά, τους όρους του Κωνσταντίνου και στις 11 το βράδυ της 26ης Οκτωβρίου, ανήμερα της εορτής του Αγίου Δημητρίου, οι πληρεξούσιοι αξιωματικοί Ιωάννης Μεταξάς και Βίκτωρ Δούσμανης μεταβαίνουν στο Διοικητήριο της Θεσσαλονίκης και υπογράφουν τα σχετικά πρωτόκολλα παράδοσης της πόλης στον ελληνικό στρατό. 

Σάββατο 12 Οκτωβρίου 2013

Γ. Σημιτης Οι Καπάτσοι

Στις 12 Οκτωβρίου 1944 ήταν η ημέρα που άρχισαν να αποχωρούν τα γερμανικά στρατεύματα από την Αθήνα. Ο λαός της Αθήνας, υπό τον χαρμόσυνο ήχο των καμπάνων των εκκλησιών ξεχύθηκε στους δρόμους πανηγυρίζοντας την ελευθερία του. Την ίδια ημέρα η εφημερίδα «Ριζοσπαστική Ηχώ» είχε ένα άρθρο με τίτλο «Οι Καπάτσοι». Το άρθρο αναφέρονταν στον Γεώργιο Σημίτη, πατέρα του πρώην πρωθυπουργού Κωνσταντίνου Σημίτη.


Ο Γεώργιος Σημίτης γεννήθηκε στον Πειραιά το 1899. Αφού σπούδασε στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, έγινε διδάκτορας το 1928 και το 1936, σε ηλικία 37 ετών εξελέγη υφηγητής του Εμπορικού Δικαίου. Κατά την διάρκεια του Μεταξικού καθεστώτος υπήρξε φιλοβασιλικός και θιασώτης της 4ης Αυγούστου, λόγω δε της φιλίας του με τον Μεταξά διορίσθηκε καθηγητής της Ανωτάτης Εμπορικής με συνοπτικές διαδικασίες. Κατά την διάρκεια της κατοχής διατέλεσε στενός συνεργάτης του αγαπημένου θείου της Μελίνας Μερκούρη, Γεωργίου Μερκούρη. Ο τελευταίος ήταν αρχηγός του μόνου πολιτικού κόμματος του οποίου η λειτουργία επετρέπετο στην κατοχή: του Εθνικοσοσιαλιστικού Κόμματος Ελλάδος. Τον Δεκέμβριο του 1943 ο Γ. Μερκούρης πέθανε αιφνίδια και ο Γ. Σημίτης έχασε τον προστάτη του. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να χάσει την θέση του στην Ανωτάτη Εμπορική ως «παρανόμως διορισθείς» και να μεταστραφεί στο ΕΑΜ, καθώς το 1944 ανέτειλε ελπιδοφόρο για το ίδιο και τους οπαδούς του.

Ένα αποκαλυπτικό κείμενο για τον πορεία και τις μεταλλάξεις του Γ. Σημίτη μεταξύ 1936-1944 έγραψε ο πατέρας της Μελίνας Μερκούρη και αδελφός του Γεωργίου Μερκούρη στην αντιστασιακή εφημερίδα «Ριζοσπαστική Ηχώ» στις 12 Οκτωβρίου του 1944, ημέρα απελευθέρωσης των Αθηνών με τίτλο «Οι Καπάτσοι». Ιδού:

«Διά μίαν ακόμη φορά διέλαμψε η Ελληνική κουτοπονηριά, την οποία λογιοτίζοντες και μη, ονομάζομεν αθάνατον δαιμόνιον της φυλής. Ιδού λ.χ. όκνον της μαστίζουσης τον τόπον από μίας εικοσαετίας επιτηδιοκρατίας, επεζήτησε και επέτυχε να σφηνωθεί σωρηρόν και αδιακρίτως, εις όλας σχεδόν τας ανωνύμους εταιρίας και ιδιαιτέρως τας τραπεζικάς υπο τον εύηχον τίτλον του νομικού συμβούλου, με αποτέλεσμα να εισπράττει καθόλον το διαρεύσαν μέχρι της Κατοχής, αλλά και μετ΄ αυτήν, και ημείς δεν ηξεύρωμεν πόσα κατά μήνα, πάντως όμως πολύ περισσότερα των όσων, κατά το ισόχρονον διάστημα , εισέπραξε λόγω μισθού το σύνολον των απαρτιζόντων το ανώτατον ημών δικαστήριον, τον Άρειον Πάγον, δικαστών συνυπολογιζομένων και των υπαλλήλων των. Ήδη ο κ. Γεώργιος Σημίτης αλλάζει δια μιας πορείαν. Αντιλαμβάνεται ότι το καθεστώς της εμίσθου ραστώνης, του οποίου και χτες ακόμη ήτο αυτός υπέρ πάντα άλλον ο εκλεχτός, βαίνει βιαίως προς την δύσην του. Και ο υπερεξύπνος κ. Γεώργιος Σημίτης κάμνει τι; Απλούστατα: Εγκαταλείπε οικεία θελήσει, ως αφήνει να πιστεύεται, τα οχυρά του, θέλομεν να είπωμεν τας παντοειδείς θέσεις του, και μεταπηδά εις το στρατόπεδον, όθεν, καθώς τον συμβουλεύει η αλάθητος όσφρησίς του, φαίνεται εγγίζουσα του κρατούντος οικονομικού συστήματος η ανατροπή. Γίνεται λοιπόν ο Κ. Γεώργιος Σημίτης – κρατηθείτε καλώς εις το καθισμά σας – κοινοκτήμων. Και καθόλου απίθανον, οψίας γενομένης, να τον ίδωμεν και μετ’ ου πολύ κομισσάριον, απαγγέλοντα από υψηλού βήματος το ανάθεμα του συγκεντρωμένου κεφαλαίου, δι’ όσα ανόσια και ειδεχθή εξύφανε τούτο εις βάρος του βιοπαλαίοντος λαού! Αλλά ας μένει ήσυχος ο κ. Γ Σημίτης. Η ευφυΐα εις τον τόπον μας, δεν είναι προνόμιον των ολίγων. Ποιος λίγο, ποιος πολύ, όλοι οι Έλληνες είμεθα εξ ίσου εκ της φύσεως προικισμένοι με το είδος εκείνο της εξυπνοκουταμάρας, του οποίου τόσον δα ψιλή χρήσιν έκαμεν ο κ. Γ Σημίτης κατά το πρόσφατον και το απώτερον παρελθόν. Τον γνωρίζομεν και μας γνωρίζει. Δεν μας διαφεύγουν τα πανουργήματά του, είτε φέρει την ψευδεπίφασιν του πάσχοντος αστού, είτε παρίσταται ως προσωπιδοφόρος ξένης προς τας αρχάς του ιδεολογίας.Ο κ. Γ. Σημίτης είναι κάθαρμα. Όπως καθάρματα κακού ποιού είναι και η συνομοταξία των υπερεξύπνων, όσοι αφού συνέφαγον και συνεκόπρισαν μέχρι σκασίματος επί δύο τρία έτη, εν σφιχτώ εναγκαλισμώ με τον κατακτητήν, ηνοίχθησαν εγκαίρως εις το πέλαγος δια να ευρεθούν, ως πράγματι ευρίσκονται, σήμερον επί αιγυπτιακού εδάφους ασφαλείς, ως εν τη απεράντω αφελεία των πιστεύουν, από πάσης εντεύθεν ενοχλήσεως. Και αυτοί και εκείνος - ο κ. Γ Σημίτης - και οι όμοιοι των, έχουν ανοικτήν την μερίδα των εις τα μαύρα κατάστιχα της τετραετίας. Η ημέρα της εκκαθαρίοεως δεν είναι μακράν».








Λίγες ημέρες αργότερα, ο Γ. Σημίτης θα εισερχόταν ως "θριαμβευτής" στην απελευθερωμένη Λαμία έχοντας στο πλευρό του τον Άρη Βελουχιώτη (φώτο). Ήταν εποχή που ο πατέρας του τέως πρωθυπουργού έφερε τον βαρύτιμο τίτλο του Γενικού Διοικητή Ρούμελης. Μερικούς μήνες μετά θ’ ακολουθούσε η αποκαθήλωσή του.

Από το βιβλίο «Οι Δωσίλογοι της κατοχής», Ιάκωβου Χονδροματίδη, έκδοση του περιοδικού ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ
ΚΟΚΚΙΝΟΣ ΟΥΡΑΝΟΣ